Ας πάμε όμως στη Ρωσία του 19ου αιώνα. Ένας νεαρός φοιτητής αποφασίζει, όπως και η Φραγκογιαννού, να πάρει τη δικαιοσύνη στα χέρια του και σκοτώνει μια γριά τοκογλύφο και την αδερφή της. Ο Ντοστογιέφσκι, όπως και ο Παπαδιαμάντης, αποδίδει στην κοινωνική αδικία την αιτία της δολοφονίας. Το ερώτημα είναι κατά πόσο η αυτοδικία είναι η λύση. Σαφώς η κοινωνία ευθυνόταν και ευθύνεται για ένα σωρό αδικίες απέναντι στους πολίτες της. Το να πάρει όμως ο καθένας ένα όπλο και να αρχίσει να σκοτώνει αυτόν ή αυτούς που θεωρεί υπεύθυνους...
Στο παρακάτω απόσπασμα βλέπουμε την ψυχολογική κατάσταση του Ρασκόλνικοφ πριν διαπράξει το έγκλημα. Κάτι αντίστοιχο μπορούμε να διακρίνουμε και στη Φραγκογιαννού. Βέβαια, όλη αυτή η αγωνία που διαφαίνεται και η πάλη που συμβαίνει μέσα στην ψυχή τους αποτρέπει από το να τους χαρακτηρίσουμε τέρατα.
Πληροφορίες για το έργο του Ντοστογιέφσκι Έγκλημα και Τιμωρία διαβάστε εδώ και εδώ. Ενδιαφέρουσες και οι κριτικές αναγνωστών που υπάρχουν.
«Βαριανασαίνοντας και σφίγγοντας με το χέρι το στήθος στο μέρος της καρδιάς που χτύπαγε δυνατά, έχοντας ψαχουλέψει και ταχτοποιήσει για μιαν ακόμα φορά το τσεκούρι, άρχισε ν’ ανεβαίνει αργά και προσεχτικά τη σκάλα και κάθε λίγο και λιγάκι αφουγκραζόταν. Μα και στη σκάλα εκείνη την ώρα δεν ήταν κανένας. Όλες οι πόρτες ήταν κλειστές. Κανέναν δεν συνάντησε.[...]
Μα το καρδιοχτύπι δεν έπαυε. Απεναντίας, λες και σαν επίτηδες, η καρδιά του χτυπούσε όλο και πιο δυνατά, πιο δυνατά, πιο δυνατά... Δε βάσταξε πια, σήκωσε αργά το χέρι στο κουδούνι και χτύπησε. Πέρασε μισό λεπτό. Ξαναχτύπησε δυνατά. Καμιά απάντηση. Δεν υπήρχε λόγος να χτυπάει στο βρόντο.
Φυσικά, η γριά ήταν μέσα. Είναι φιλύποπτη όμως και μόνη. [...] Μετακινήθηκε επίτηδες και κάτι μουρμούρισε δυνατά για να μην υποπτευθεί κανένας πως κρύβεται. Ύστερα χτύπησε άλλη μια φορά το κουδούνι, σιγά όμως, με αξιοπρέπεια, χωρίς καμιάν ανυπομονησία. Όταν τα θυμόταν όλ’ αυτά αργότερα, τούτη η στιγμή χαράχτηκε ζωηρά, καθαρά και για πάντα στο μυαλό του. Δε μπορούσε να καταλάβει πού τη βρήκε τόση πονηριά, αφού μάλιστα το μυαλό του σαν να σκοτείνιαζε στιγμές στιγμές και το κορμί του δεν το ’νιωθε καθόλου. Αμέσως ύστερα, άκουσε να τραβάνε από μέσα το σύρτη.
Η πόρτα, όπως και τότε άνοιξε, άνοιξε πολύ λίγο, μια μικρή χαραμάδα και πάλι καρφώθηκαν απάνω του τα δυο σουβλερά και δύσπιστα μάτια μέσ’ από το σκοτάδι. Τότε ο Ρασκόλνικοβ τα ’χασε και παρά λίγο να κάνει ένα σπουδαίο λάθος. [...]
—Χαίρετε, Αλιόνα Ιβάνοβνα, άρχισε αυτός όσο μπορούσε πιο αδιάφορα, μα η φωνή του δεν τον υπάκουσε, έσπασε κι άρχισε να τρέμει. Σας... έφερα ένα ενέχυρο... Καλύτερα όμως ας περάσουμε εδώ... στο φως. [...]
Πέρασε κάπου ένα λεπτό. Του φάνηκε μάλιστα πως είδε στα μάτια της κάτι σαν ειρωνεία, σαν να τα ’χε μαντέψει όλα. Ένιωθε να τα χάνει, σχεδόν να τον πιάνει τρόμος, τέτοιος τρόμος που δεν ήταν απίθανο, αν εξακολουθούσε να τον κοιτάει έτσι και να μη λέει λέξη μισό λεπτό ακόμα, να το ’βαζε στα πόδια [...].»
(Ντοστογιέβσκι Φ., 1990, Έγκλημα και Τιμωρία, μτφρ. Α. Αλεξάνδρου, Αθήνα: Γκοβόστη, τόμ. 1, σελ. 99-101)
2 σχόλια:
Παρατηρούμε τον Ρασκόλνικωφ να τρέμει πραγματικά την ώρα του εγκλήματος, σαν να μην νοιώθει ο εαυτός του, σαν να νοιώθει ότι αυτός είναι το θύμα, σαν να νοιώθει ότι κάποιος άλλος τον άναγκασε να δολοφονήσει τις 2 γυναίκες. Τα ίδια συναισθήματα παρατηρούμε και στη Φραγκογιαννού λίγο πριν τους φόνους της...Αυτό γίνεται ακόμη πιο αισθητό στην ταινία, που φαίνεται να μετανοιώνει την ώρα που διαπράττει το έγκλημα. Παρ' όλα αυτά συνεχίζει απτόητη τα εγκλήματα μέχρι το τέλος της ζωής της, λες και κάποιος την αναγκάζει να το κάνει...
Αυτός που ''βιάζει'' ψυχολογικά και τους 2 εγκληματίες και τους αναγκάζει να κακουργήσουν, είναι Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ, η οποία από τη μεριά της φόνισσας μισεί τα κορίτσια και από τη μεριά της Ρωσικής, φτωχικής κοινωνίας εκείνη την εποχή αναγκάζει τον Ρασκόλνικωφ να βιαιοπραγήσει....!!!
Αυτό που θαυμάζουμε είναι η ψυχογραφική ικανότητα των δύο συγγραφέων, η ικανότητά τους δηλαδή να μπαίνουν μέσα στην ψυχή και το μυαλό των ηρώων και να αποδίδουν με πειστικότητα τις σκέψεις τους και τα συναισθήματά τους. Κάτι τέτοιο στην ταινία αποδίδεται καλύτερα με την έκφραση του προσώπου και τις κινήσεις του σώματος και σ'αυτό έγκειται και η ερμηνευτική ικανότητα του πρωταγωνιστή-στριας αλλά και του σκηνοθέτη.
Δημοσίευση σχολίου